Που είναι αυτή η φωτιά
που μ’ άναψε
που
μ’ έκαψε
και
μ’ έκανε
τον άντρα που ‘γινα μα χάθηκα
στης στάχτης το κακό,
το κακό συμμάζεμα;
Που είναι αυτή η φλόγα,
η φλόγα που με
γέννησε
και μ’ ανέθρεψε
όπως μονάχα εκείνη ήξερε
δίχως εγώ
να πω κουβέντα;
Μην
έσβησε η φωτιά,
η
φωτιά αυτή που
στάχτη
μ’ έκανε;
Μην
κάπνισε κι η φλόγα
που
με γέννησε
κι
ανέθρεψε
τα
δικά μου απ’ το αίμα μου
παιδιά;
Εμπρός, Αιώνιε Καταραμένε
- φανερώσου! -
και δείξε μου
ξανά
τον τρόπο!
Εμπρός, της Γης Αιώνιε Νυχτοβάτη
- φανερώσου! -
και φέρε μου
ξανά
τη φωτιά!
Εμπρός
και σεις ψυχές
γυρίστε
στο τραπέζι
κι
ανάψτε τούτη τη φωτιά
που
ποτέ της δεν θα σβήσει!
Και
βάψτε χέρια, δάχτυλα
και
πένες και καλάμια
και
γράψτε όσα ποτέ δεν γράφτηκαν
κι
όσα δεν τραγουδιούνται
και
πείτε μας μόνο για αυτά
που
το σκοτάδι κρύβει
κι
οι άνθρωποι δεν μπόρεσαν
ποτέ
τους να γνωρίσουν!
Εμπρός
ψυχές
-
κοράκια λαβωμένα -
ντυθείτε
ονείρατα από τον άλλο κόσμο
που
δεν έχουμε ονειρευτεί
και
φοβόμαστε
στα
μάτια να τον δούμε,
μη
χάσουμε την ένδοξη και τρομερή ιδέα
πως
είμαστε θεοί!
Κι
ανάψτε με τ’ αμίλητο
και
φοβερό σας λόγο
τον
πόθο τον ασίγαστο
τον
πόθο τον χαμένο
αυτόν
που τάχα κρύψαμε
στον
κόσμο τον μοντέρνο
κι
αφήσαμε την Ποίηση
σαν
τη φωτιά να σβήσει…
© copyright, ανδρέας λισσόβας
Υπόγεια Ρεύματα - Κακή φωτιά
Ποίηση: Κωστής Παλαμάς
Εγώ είμ' εδώ ανυπόταχτος και παραστρατισμένος,
εγώ δαγκώνω με θυμό της φτώχειας το ψωμί,
νόθος της τέχνης είμ' εγώ και της ιδέας διωγμένος
από μιαν έγνοια ο νους θολός, δαρμένο το κορμί
Ο λύχνος μου στης ιερής μελέτης το τραπέζι
σαν ένα νεκροκάντηλο στα μάτια μου αχνοπαίζει
όλα πολέμια κρύα βιβλία, κοντύλια και χαρτιά.
Με καίει κακιά φωτιά.
Εμέ η ζωή μου πλάνεμα και η γέννηση μου λάθος
το λόγο δεν ορέγομαι, δεν ξέρω το ρυθμό
σέρνουν εμένα δυό άλογα, τ' αράπικο το πάθος
και τ' αφροστάλαχτο όνειρο μπορεί και στο γκρεμό.
Παρά πολύ όμορφο ������
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήριά ιππότη μου
Σ' ευχαριστώ ματάκια μου!
ΔιαγραφήΧαίρομαι που σου άρεσε!